Συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και των τροπολογιών του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και άλλες διατάξεις»

Συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και των τροπολογιών του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και άλλες διατάξεις»

Θεόδωρος Καράογλου:

Κυρία Πρόεδρε, το παρόν νομοσχέδιο είναι το πρώτο νομοσχέδιο που έχω την τιμή να εισηγούμαι στην Εθνική Αντιπροσωπεία και είναι ένα νομοσχέδιο κατά το πλείστον τεχνικής υφής, μια που σε ό,τι αφορά το κεφάλαιο Α και το κεφάλαιο Β, πρόκειται για ενσωμάτωση κοινοτικών οδηγιών στο Ελληνικό Δίκαιο. Ειδικότερα το Α κεφάλαιο, που αφορά τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, και το Β κεφάλαιο, που αφορά την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων, είναι καθαρά τεχνικά ζητήματα.
Σε σχέση με το πρώτο κεφάλαιο σχετικά με τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, το σχέδιο νόμου αποτελεί ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της οδηγίας 2002/47/2002 για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας.

Στην παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας, ο ένας συμβαλλόμενος, ο ασφαλειοδότης ή οφειλέτης παρέχει στον άλλο συμβαλλόμενο, τον ασφαλειολήπτη ή το δανειστή, κάποιο περιουσιακό στοιχείο, όπως ενδεικτικά αναφέρω χρήματα ή κινητές αξίες, και συμφωνεί ότι σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη ο ασφαλειολήπτης ή δανειστής μπορεί να χρησιμοποιήσει το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο προκειμένου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του κατά του οφειλέτη.
Ο σκοπός παροχής της χρηματοοικονομικής ασφάλειας είναι να εξασφαλίσει την απαίτηση του δανειστή δημιουργώντας εμπράγματα δικαιώματα σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη σε περίπτωση που ο τελευταίος, ο οφειλέτης δηλαδή, αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του προς το δανειστή. Με αυτόν τον τρόπο σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, ο δανειστής δεν έχει πλέον ενοχικό δικαίωμα να ικανοποιηθεί από τα χρήματα που θα προκύψουν από την εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, αλλά έχει εμπράγματο δικαίωμα κυριότητας στα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία που έχουν παρασχεθεί ως ασφάλεια ή σε περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας.
Οι κλασικοί τρόποι παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας είναι το ενέχυρο και οι συμβάσεις πώλησης με σύμφωνο επαναγοράς, τα γνωστά ρέπος, σύμφωνα με τα οποία ο οφειλέτης πουλά στο δανειστή κινητές αξίες ως ασφάλεια, συμφωνώντας να τις επαναγοράσει σε προσυμφωνημένη τιμή. Οι οδηγίες και ο νόμος θεσπίστηκαν για να διευκολύνουν την παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας μέσω της ελάφρυνσης των διαδικασιών και της επίλυσης κάποιων νομικών προβλημάτων που δυσχέραιναν τον εν λόγω θεσμό. Τέτοια νομικά προβλήματα ήταν και τα αναφέρω επιγραμματικά: Οι διατάξεις του πτωχευτικού δικαίου κάθε κράτους-μέλους, οι αυξημένες διατυπώσεις σχετικά με τη σύσταση του ενέχυρου και την εκποίηση των ενεχυριασθέντων περιουσιακών στοιχείων και, τρίτον, ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο επί κινητών αξιών εφαρμόζεται το δίκαιο του τόπου όπου βρίσκονται οι κινητές αξίες.
Τα βασικά στοιχεία της οδηγίας και του νέου νόμου:
Πρώτον, ο νέος νόμος και η οδηγία δημιουργούν ειδικό καθεστώς που προστατεύει μόνο τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, για τις οποίες υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία. Δηλαδή αποδεικνύονται εγγράφως ή καθ' οποιονδήποτε άλλο νομικά δεσμευτικό τρόπο.
Δεύτερον, για την έγκυρη τήρηση της κατάκτησης συμφωνίας χρηματοοικονομικής ασφάλειας δεν χρειάζεται να έχει τηρηθεί κάποιος τύπος. Η μόνη προϋπόθεση είναι η συμφωνία να πιστοποιείται εγγράφως ή με νομικά ισοδύναμο τρόπο.
Τρίτον, προβλέπει αυτοδύναμη κτήση της κυριότητας του ενεχυριασμένου περιουσιακού στοιχείου στην περίπτωση που η ασφαλιζόμενη απαίτηση δεν ικανοποιηθεί εμπρόθεσμα κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του άρθρου 1239 του Αστικού Κώδικα.
Τέταρτον, επεκτείνει το δικαίωμα χρήσης των τίτλων write of use που δόθηκαν ως ασφάλεια που υπάρχει ούτως ή άλλως στις συμφωνίες μεταβίβασης τίτλου και στην εμπράγματη χρηματοοικονομική ασφάλεια υπό την προϋπόθεση ότι περιλαμβάνεται στους όρους της συμφωνίας. Ο ασφαλειολήπτης έχει την υποχρέωση να αντικαταστήσει την αρχική χρηματοοικονομική ασφάλεια με ισοδύναμη ασφάλεια το αργότερο την ημερομηνία κατά την οποία ο ασφαλειοδότης εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του και έχει το δικαίωμα να απαιτήσει την επιστροφή των ενεχυριασμένων τίτλων.
Πέμπτον, θεσπίζονται παρεκκλίσεις στο πεδίο του πτωχεπτικού δικαίου και διασφαλίζεται η εγκυρότητα της συμπληρωματικής και της υποκατάστατης ασφάλειας που παρέχονται κατά την ύποπτη περίοδο εξαλείφοντας τον κίνδυνο να θεωρηθούν ως άκυρες.
Έκτον, προκειμένου περί τίτλων σε λογιστική μορφή αναγνωρίζεται ως εφαρμοστέο ουσιαστικό δίκαιο το ουσιαστικό δίκαιο του κράτους όπου τηρείται ο σχετικός λογαριασμός.
Και, έβδομον, εισάγεται ρητή εξαίρεση από την απαγόρευση της εξωχρηματιστηριακής μεταβίβασης κινητών αξιών ώστε να είναι δυνατή η αυτοδίκαια κτήση κυριότητας.
Σε ό,τι αφορά τα διεθνή λογιστικά πρότυπα πρώτα-πρώτα να ξεκινήσουμε από τον ορισμό τι είναι τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Είναι ένα σύνολο λογιστικών αρχών, κανόνων, μεθόδων και διαδικασιών, γενικά αποδεκτών, η καθιέρωση των οποίων σε ομοιομορφία κατάρτισης των οικονομικών καταστάσεων και συνεπώς σε ακριβή, αληθή και ομοιόμορφη πληροφόρηση των χρηστών των οικονομικών καταστάσεων, δηλαδή των επενδυτών, των μετόχων, των μισθωτών, των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα κλπ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει διαπιστώσει ότι οι ετήσιες και ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που καταρτίζονται από τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, διαφέρουν σε ορισμένα σημεία απ' αυτές που καταρτίζονται με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.
Η σημασία και η συμβολή των διεθνών λογιστικών προτύπων είναι ιδιαίτερα σημαντική με την κατάργηση των οικονομικών συνόρων και την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Κατά συνέπεια η ενιαία λογιστική έκφραση των οικονομικών μεγεθών απαιτεί την εφαρμογή των λογιστικών αρχών και κανόνων των διεθνών λογιστικών προτύπων.
Η ελληνική πολιτεία κατ' αρχάς με το ν. 2992/2002 επέβαλε στις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών εταιρείες την υποχρέωση εφαρμογής των διεθνών λογιστικών προτύπων από 1.1.2003. Λόγω όμως σοβαρών δυσχερειών και προβλημάτων που παρουσίαζε η εφαρμογή δόθηκε παράταση για την 1.1.2005 που είναι η καταληκτική ημερομηνία εφαρμογής των διεθνών λογιστικών προτύπων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων με τον κανονισμό 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002 που δημοσιεύτηκε στην επίσημη εφημερίδα των ευρωπαϊκών κοινοτήτων και τους κανονισμούς που εκδίδονται από την επιτροπή κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 3 και 6 του κανονισμού αυτού.
Με το ν. 3229/2004 αφ΄ ενός μεν ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία μέρος των διατάξεων του κανονισμού 1606/2002 της Ευρωπαϊκή Ένωσης για την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων στη χώρα μας, αφ΄ ετέρου δε επιχειρήθηκε να ρυθμιστούν τα παράλληλα πρακτικής υφής προβλήματα που κυρίως θα προκαλούνταν από την παράλληλη ισχύ των αρχών των διεθνών λογιστικών προτύπων και των διατάξεων του ισχύοντος εμπορικού δικαίου. Οι σχετικές διατάξεις ενσωματώθηκαν σε ξεχωριστό κεφάλαιο του νόμου «περί ανωνύμων εταιρειών» και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο 15 με προσθήκη των άρθρων 134 έως 143 άρθρα 13, 14 και 15 του ν. 3229/2004. Επειδή όμως στις διατάξεις αυτές περιλήφθηκαν ρυθμίσεις που αφορούσαν τόσο τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις των ανωνύμων εταιρειών όσο και ρυθμίσεις που αφορούσαν τις ενδιάμεσες περιοδικές οικονομικές καταστάσεις εξαμηνιαίες και τριμηνιαίες που εφαρμόζονται στον κύκλο αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δημιουργήθηκε αβεβαιότητα και σύγχυση αρμοδιοτήτων των συναρμόδιων Υπουργείων.
Προτείνεται λοιπόν με το συζητούμενο νομοσχέδιο να καταργηθούν ορισμένες αναφορές στο κεφάλαιο 15 του ν. 2190/1920 που ρυθμίζουν θέματα σχετικά με τον τρόπο σύνταξης δημοσιότητας και ελέγχου των ενδιάμεσων οικονομικών καταστάσεων και το σύνολο των καταργηθέντων διατάξεων να αποτελέσει τμήμα του π.δ. 360/85 της περιοδικής πληροφόρησης που πρέπει να δημοσιεύουν οι εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Επιπλέον κρίνεται αναγκαίο να υπάρξουν τροποποιήσεις στον προσδιορισμό του φορολογικού αποτελέσματος με ρύθμιση διατάξεων του κώδικα βιβλίων και στοιχείων και συνεπώς αυτές να αφαιρεθούν από το εταιρικό δίκαιο.
Η εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων στην ουσία είναι υποχρέωση η οποία προκύπτει από κοινοτικό κανονισμό, αφορά άμεσα τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο ανώνυμες εταιρείες, περίπου τριακόσιες εξήντα τον αριθμό δηλαδή, και προτείνεται να ισχύσει η εφαρμογή τους από 1.1.2005.
Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις λοιπόν οι επιχειρηματίες μπορούν να τηρούν τα βιβλία τους είτε με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα είτε με βάση τον κώδικα βιβλίων και στοιχείων. Ανεξάρτητα όμως από τον τρόπο που τηρούν τα βιβλία τους οι επιχειρήσεις που είναι υποχρεωμένες να εφαρμόζουν τα διεθνή λογιστικά πρότυπα θα δημοσιοποιούν οικονομικά στοιχεία και θα καταρτίζουν οικονομικές καταστάσεις με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Προβλέπεται τεχνικός μηχανισμός για την αποφυγή παρερμηνειών από τα φοροελεγκτικά όργανα με τον οποίο γεφυρώνονται τα οικονομικά στοιχεία των διεθνών λογιστικών προτύπων με τα οικονομικά στοιχεία που προκύπτουν από την εφαρμογή των στοιχείων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
Ανταποκρινόμενοι στο αίτημα των επιχειρήσεων να ελαφρυνθούν από το κόστος να λογιστικοποιούν συναλλαγές με διαφορετικό τρόπο για σκοπούς διεθνών λογιστικών προτύπων και διαφορετικό τρόπο για σκοπούς φόρου εισοδήματος και δεδομένου ότι η αλλαγή των διεθνών λογιστικών προτύπων δεν είναι επιτρεπτή από τον κοινωνικό κανονισμό μεταβλήθηκαν ορισμένες φορολογικές διατάξεις για να εναρμονιστούν με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Η εναρμόνιση αυτών των φορολογικών διατάξεων δεν έχει μεσομακροπρόθεσμα δημοσιονομικό κόστος και αποτελεί την αρχή της προσπάθειας για τη μεγαλύτερη δυνατή σύγκλιση των φορολογικών κανόνων με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.
Θα πάμε στο τρίτο κεφάλαιο το οποίο αφορά θέματα Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος και είναι το άρθρο 15. Επιτέλους ένα μεγάλο πρόβλημα των οφειλών δηλαδή που είχε το ελληνικό δημόσιο απέναντι στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο με το συγκεκριμένο άρθρο έρχεται να αντιμετωπιστεί. Με μια διπλή τονωτική ένεση το δημόσιο αρχίζει να διευθετεί τις εκκρεμότητές του προς την ΑΤΕ μέσω της αποπληρωμής παλαιών χρεών προς την ΑΤΕ αλλά και της κάλυψης της αρνητικής θέσης της θυγατρικής εταιρείας holding «ΑΤΕ Συμμετοχών Α.Ε.» που ιδρύθηκε το 1999.
Σε ό,τι αφορά τα χρέη του δημοσίου προς την τράπεζα, αυτά είχαν προκύψει από την καταβολή επιδοτήσεων στους παραγωγούς αγροτικών προϊόντων και ύστερα από ρύθμιση και διαγραφή ορισμένου ποσού προσαυξήσεων επ' αυτών προσδιορίζονται στο ποσό των 323.000.000 ευρώ περίπου. Σε ό,τι αφορά την «ΑΤΕ Συμμετοχών Α.Ε.» προέκυψαν από την αρνητική θέση της συγκεκριμένης εταιρείας. Η εταιρεία αυτή ιδρύθηκε το 1999 με μετοχικό κεφάλαιο 1.000.000.000 δραχμών αλλά ήδη έχει οφειλή ύψους 250.000.000 ευρώ περίπου σε ιδιωτική τράπεζα. Το δημόσιο λοιπόν έρχεται να αντιμετωπίσει το σύνολο των οφειλών της ΑΤΕ και της θυγατρικής της «ΑΤΕ Συμμετοχών Α.Ε.» με ένα συνολικό ύψος κεφαλαιακής ενίσχυσης που ανέρχεται σε 572.000.000 ευρώ περίπου και το οποίο θα πραγματοποιηθεί μέσω διάθεσης ομολόγων.
Το κεφάλαιο Δ΄ αναφέρεται σε διάφορες άλλες διατάξεις.
Το άρθρο 17 αναφέρεται στη ρύθμιση χρεών των νοσοκομείων ΕΣΥ.
Μία από τις μεγαλύτερες πληγές που αντιμετωπίζει συνεχώς το ελληνικό δημόσιο είναι οι οφειλές των νοσοκομείων ΕΣΥ προς τους διάφορους προμηθευτές. Αυτήν τη στιγμή οι οφειλές αυτές εκτιμούνται σε 2,1 δισεκατομμύρια τουλάχιστον και πολλές απ' αυτές χρονολογούνται εδώ και δύο, τρία χρόνια.
Τα χρέη να τονίσουμε- είχαν ρυθμιστεί το Μάιο του 2001 αλλά μετά από τριάμισι χρόνια περίπου άρχισαν ξανά να συσσωρεύονται, γιατί δεν είχε ακολουθηθεί μια ανάλογη πολιτική για να εξορθολογιστεί και να εξυγιανθεί το όλο σύστημα χρηματοδότησης τόσο των νοσοκομείων όσο και του ασφαλιστικού συστήματος. Πρέπει επίσης να επισημάνω ότι ένα μεγάλο μέρος των οφειλών οφείλεται στις οφειλές που έχουν προς τα νοσοκομεία διάφοροι ασφαλιστικοί φορείς και κυρίως αδύνατοι ασφαλιστικοί φορείς, όπως για παράδειγμα ο ΟΓΑ, εξαιτίας της μειωμένης κρατικής επιχορήγησης.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση, το δημόσιο θα εξοφλήσει τα χρέη των νοσοκομείων άμεσα σε μετρητά με δύο όμως προϋποθέσεις:
Πρώτα-πρώτα, να δεχθούν οι δικαιούχοι έκπτωση των απαιτήσεών τους κατά 3,5% επί των τιμολογίων που έχουν εκδώσει με βάση τις συμβάσεις τους, ή 5% σε περίπτωση απευθείας αναθέσεων.
Και, δεύτερον, να παραιτηθούν οι δικαιούχοι από οποιαδήποτε άλλη αξίωση, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων υπερημερίας.
Τα συγκεκριμένα χρέη δεν εμφανίζονταν έως τώρα ούτε στο έλλειμμα του δημοσίου ούτε στο δημόσιο χρέος και συνεπώς δεν είχαν συμπεριληφθεί ούτε σε δημοσιονομική απογραφή.
Σε τελική ανάλυση, αν η ρύθμιση γίνει δεκτή από τους προμηθευτές των νοσοκομείων, κλείνει μία μεγάλη πληγή, εξυγιαίνεται η διαχείριση των νοσοκομείων, ενώ η αποφυγή ανάλογου προβλήματος στο μέλλον αναμένεται να ρυθμιστεί οριστικά και αμετάκλητα με ειδικό νομοσχέδιο που δεσμεύεται το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας ότι σύντομα θα φέρει στη Βουλή.
Σε σχέση με το άρθρο 18 που αφορά «θέματα της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων», πρέπει να επισημάνω ότι πρόκειται για δύο αλλαγές σε ό,τι αφορά τη συγκρότηση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, αλλαγές που γίνονται γιατί συμπίπτουν τα πρόσωπα των ελεγχομένων και των ελεγκτών. Ήταν κάτι που ήταν απαραίτητο να γίνει, γι' αυτόν το λόγο προτείνεται η συγκεκριμένη αλλαγή.
Υπάρχει και μια σειρά άλλων άρθρων, τεχνικής θα έλεγα σημασίας, όπως για παράδειγμα αναφέρω:
Το άρθρο 19 με το οποίο καταργείται η αρμοδιότητα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους στη διαμεσολάβηση μεταξύ Ελεγκτικού Συνεδρίου και Δ.Ο.Υ., μια που οι Δ.Ο.Υ. μετά την εφαρμογή του «ΤΑXIS» και μετά την ενοποίηση ταμείων και εφοριών, έχουν τη δυνατότητα της άμεσης βεβαίωσης μετά από απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, χωρίς να χρειάζεται παρεμβολή του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Το άρθρο 20 που διασαφηνίζει τι ακριβώς εννοούμε όταν χρησιμοποιούμε τον όρο «δικαστικές αποφάσεις». Και αυτό γίνεται για να αντιμετωπιστεί ένα μεγάλο πρόβλημα κυρίως με τους εργολάβους δημοσίων έργων, οι οποίοι παίρνοντας πρωτόδικες αποφάσεις δημιουργούσαν πρόβλημα και δέσμευαν σειρά περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου.
Το άρθρο 21 που προσθέτει στα ιδρύματα, στα οποία παρέχονται διοικητικές και φορολογικές διευκολύνσεις, ένα ακόμη ίδρυμα.
Και το άρθρο 22 που αφορά το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων που αναφέρεται στη δυνατότητα το δημόσιο να αξιοποιήσει πολύ καλύτερα τα επί σειρά ετών συσσωρευθέντα αποθεματικά μερίσματα του εν λόγω ταμείου.
Κλείνοντας, είναι ένα νομοσχέδιο κατά το πλείστον τεχνικό, αφορά ενσωμάτωση κοινοτικών κανονισμών. Εκτιμώ ότι έχει γίνει μία πάρα πολύ σοβαρή δουλειά με διάλογο όλων των εμπλεκομένων φορέων και ειδικότερα σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων και προτείνεται η υπερψήφισή του.

Δευτερομιλία - Θεόδωρος Καράογλου:

Κύριε Πρόεδρε, θα προσπαθήσω να είμαι όσο το δυνατόν πιο σύντομος, γιατί πραγματικά η διαδικασία είναι εξαντλητική.
Θα πω, λοιπόν, ότι ενώ πίστευα ότι ένα νομοσχέδιο καθαρά τεχνικής υφής θα περνούσε πολύ γρήγορα και χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις, φαίνεται ότι η ένδεια των επιχειρημάτων των κατά τα άλλα αγαπητών και εκλεκτών συναδέλφων του ΠΑΣΟΚ οδήγησαν σε τεχνητή όξυνση και ένταση μόνο και μόνο γιατί όπως είπα δεν υπάρχουν τα κατάλληλα επιχειρήματα για να αντικρούσουν επί της ουσίας οποιοδήποτε άρθρο του συγκεκριμένου νομοσχεδίου.
Επιπλέον, εγώ δεν καταλαβαίνω και κάτι άλλο το οποίο θα ήθελα να σχολιάσω εν συντομία πριν μπω στα άρθρα. Πώς είναι δυνατόν τα οικονομικά εγκλήματα τα οποία έχουν διαπραχθεί από την προηγούμενη Κυβέρνηση επί σειρά ετών, επί εικοσαετία, να θεωρούνται σαν ένα στιγμιαίο αδίκημα το οποίο με την ψήφο του ελληνικού λαού στις 7 Μαρτίου εξοφλήθηκε κιόλας και οι συνάδελφοι του ΠΑΣΟΚ έχουν μπει στη κολυμπήθρα του Σιλωάμ και πλέον δεν έχουν καμία ευθύνη για οτιδήποτε συναντάτε στην πορεία της χώρας.
Όσον αφορά τώρα τα άρθρα το 1 έως 10, αυτά αποτελούν το κεφάλαιο Α΄ που αφορά τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας. Προηγουμένως αναφερθήκαμε εκτενώς σε αυτές τις διαδικασίες. Είναι συμφωνίες οι οποίες ελαφρύνουν το σχετικό δίκαιο και δίνουν τη δυνατότητα για πολύ πιο γρήγορες και πολύ πιο εγγυημένες χρηματοοικονομικές συναλλαγές.
Τα άρθρα 11, 12, 13 και 14 αφορούν στην εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων από 1-1-2005 και είναι σημαντικά γιατί πρόκειται για εφαρμογή κοινοτικού κανονισμού και δίνει τη δυνατότητα σε όλες τις επιχειρήσεις να παρουσιάσουν με ενιαίο τρόπο τα στοιχεία τους, έτσι ώστε ανά πάσα στιγμή ο επενδυτής από όλον τον κόσμο να ξέρει ποια είναι η πραγματική οικονομική κατάσταση μιας επιχείρησης.
Τα άρθρα 15 και 16, δηλαδή το κεφάλαιο Γ΄, αφορά ρύθμιση των οφειλών του κράτους προς την Αγροτική Τράπεζα στα πλαίσια συγκεκριμένης πολιτικής επιδοτήσεων που άσκησε η Αγροτική Τράπεζα, δηλαδή σε ό,τι αφορά τους αγρότες ή σε ό,τι αφορά την κάλυψη ελλείμματος 250.000.000 ευρώ που η θυγατρική εταιρεία της Αγροτικής Τράπεζας, η «ΑΤΕ Συμμετοχών», άσκησε μία λανθασμένη πολιτική, μια μικροπολιτική, θα έλεγα, πράξη στην περίοδο του Χρηματιστηρίου.
Το άρθρο 17 αφορά στην αντιμετώπιση των οφειλών του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Με τον τρόπο αυτό εξοφλούνται τα χρέη που ανέρχονται στο ύψος των 2,1 δισεκατομμυρίων ευρώ και αντιμετωπίζονται πλέον. Μπορεί, λοιπόν, αφού πρώτα εξυγιανθεί το σύστημα των νοσοκομείων, να ξεκινήσει από μια καθαρή πλέον θέση.
Βέβαια, έγινε πολύς λόγος για το συγκεκριμένο άρθρο, αλλά αυτό που είναι ξεκάθαρο, και το διευκρίνισα προηγουμένως και εγώ, αλλά και όλοι οι συνάδελφοι που μίλησαν, είναι ότι για μας το συγκεκριμένο ζήτημα μένει ανοικτό.
Το συγκεκριμένο άρθρο αντιμετωπίζει το θέμα των οφειλών για να μην υπάρχουν προβλήματα στη λειτουργία των νοσοκομείων, αλλά από εκεί και πέρα η Κυβέρνηση δεσμεύθηκε και ο Υπουργός Υγείας Πρόνοιας ότι πολύ σύντομα θα ακολουθήσει νομοσχέδιο, το οποίο θα βάλει τους κανόνες, έτσι ώστε να μην πάμε πάλι στο ίδιο χάλι, αυτό που επί σειρά ετών οι συνάδελφοι δεν μπόρεσαν, όπως είπα, να αντιμετωπίσουν. Είναι ένα ζήτημα το οποίο επιτέλους πρέπει να σταματήσει.
Το άρθρο 18 αναφέρεται σε θέματα της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων και είναι ένα άρθρο τυπικό, ένα άρθρο που προβλέπει την αντικατάσταση δύο μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΛΤΕ για λόγους αντικειμενικούς, γιατί δεν είναι δυνατόν οι ελέγχοντες να είναι και ελεγχόμενοι.
Το άρθρο 19 αναφέρεται στην απαλοιφή της αρμοδιότητας του Γενικού Λογιστηρίου στις συναλλαγές μεταξύ Ελεγκτικού Συνεδρίου και ΔΟΥ. Οι ΔΟΥ με τη νέα δομή που έχουν, με την ενοποίηση ταμείων και εφοριών, και με την εφαρμογή του ΤAXIS έχουν τη δυνατότητα να βεβαιώνουν τις οποιεσδήποτε οφειλές καταλογίζονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Το άρθρο 20 αποσαφηνίζει την έννοια του όρου «δικαστικές αποφάσεις» και είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό άρθρο γιατί ξεκαθαρίζει επιτέλους ποιες είναι οι εκτελεστές αποφάσεις από τα δικαστήρια.
Το άρθρο 21 εκτός των υπολοίπων ιδρυμάτων βάζει μέσα και ένα ακόμα ίδρυμα στις διοικητικές και φορολογικές διευκολύνσεις που παρέχονται.
Τέλος, το άρθρο 22 για το οποίο επίσης έγινε πολύ συζήτηση, δίνει τη δυνατότητα στο κράτος από τα πολύ σημαντικά αποθεματικά που επί σειρά ετών έχουν συγκεντρωθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων να τα αξιοποιήσει με όσο το δυνατόν καλύτερο τρόπο, προκειμένου να κάθονται εκεί.
Βεβαίως, εννοείται ότι δεν πρόκειται να κινδυνεύσει ούτε η πορεία ούτε το μέλλον του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. Υπάρχει μία διοίκηση η οποία λειτουργεί πάρα πολύ σωστά και δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα. Είναι συσσωρευμένα αποθεματικά που με αυτόν τον τρόπο αξιοποιούνται καλύτερα.
Προτείνω, λοιπόν, και την ψήφιση κατ' άρθρο του συγκεκριμένου νομοσχεδίου.
Σας ευχαριστώ.